28.10.17

Tο “τουρκικό οικόπεδο”...

 Είναι παράδοση με ελάχιστες εξαιρέσεις, να προσκαλείται κάθε νέος Έλληνας πρωθυπουργός στην Ουάσιγκτον. Σκοπός αυτών των προσκλήσεων ήταν να επιβεβαιώνονται...
αφενός ο προσανατολισμός της χώρας μας στον Ατλαντισμό, αφετέρου οι ποικίλες δεσμεύσεις που κατά καιρούς έχουμε αναλάβει. Ο σκοπός αυτών των προσκλήσεων, ωστόσο, δεν ακυρώνει το γεγονός ότι δίνεται η δυνατότητα στην εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση να θέσει στην υπερδύναμη –και μάλιστα στο ανώτατο επίπεδο– ζητήματα που άπτονται κρίσιμων εθνικών συμφερόντων. Ταυτοχρόνως, βεβαίως, δίνεται και η ευκαιρία στους Έλληνες πρωθυπουργούς να “πουλήσουν” πολιτικά στο εσωτερικό τη συνάντηση και τις φωτογραφίες με τον Αμερικανό πρόεδρο. Η πρόσφατη επίσκεψη Τσίπρα στις ΗΠΑ είχε όλα αυτά τα στοιχεία. Είχε, όμως, και μία άλλη διάσταση, η οποία υπαγορεύεται όχι από κάποιες κινήσεις της ελληνικής διπλωματίας, αλλά από το ρήγμα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Για πρώτη φορά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο διαφοροποιείται ο τρόπος που η Ουάσιγκτον βλέπει την Ελλάδα και την Τουρκία. Παραδοσιακά τις έβλεπε σαν πακέτο και γι’ αυτό φρόντισε στις αρχές της δεκαετίας του 1950 να τις εντάξει ταυτοχρόνως στο ΝΑΤΟ. Η Τουρκία ήταν η χώρα πρώτης γραμμής, που συνόρευε με τη Σοβιετική Ένωση και επίσης εκτεινόταν στην καρδιά της Μέση Ανατολής. Η δε Ελλάδα μπορεί να συνόρευε στα Βαλκάνια με χώρες-μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας, αλλά ουσιαστικά ήταν χώρα δεύτερης γραμμής. Ήταν ο κρίκος που συνέδεε την Τουρκία με τη Δύση. Η δε χρόνια ελληνοτουρκική διένεξη ήταν ένας μόνιμος πονοκέφαλος για τους Αμερικανούς, επειδή ακριβώς απειλούσε την ενότητα και την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Το τουρκικό “οικόπεδο” Όταν κατέρρευσε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος οι χώρες επαναξιολογήθηκαν από γεωπολιτικής απόψεως με βάση τα νέα δεδομένα. Η Τουρκία χαρακτηρίσθηκε και πάλι υψηλής γεωπολιτικής σημασίας “οικόπεδο”. Πρώτον, λόγω της επαφής της με τα μέτωπα της Μέσης Ανατολής. Δεύτερον, επειδή θα μπορούσε να διεισδύσει λόγω φυλετικής και θρησκευτικής συγγένειας στις νεοπαγείς (πρώην σοβιετικές) Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας. Τρίτον, επειδή θα μπορούσε να αποτελέσει υπόδειγμα φιλοδυτικού προσανατολισμού για τον μουσουλμανικό κόσμο. Η Ελλάδα επαναξιολογήθηκε ως σημαντική, αλλά πάντα ως χώρα δεύτερης γραμμής. Αφενός ως κρίκος στήριξης της Τουρκίας, αφετέρου ως χώρα που θα μπορούσε να αναλάβει ηγετικό ρόλο στα μεταψυχροπολεμικά Βαλκάνια. Η εκλογική νίκη των νεοοθωμανών το 2002 όχι μόνο δεν άλλαξε την εκτεθείσα παραπάνω θεώρηση των Δυτικών, αλλά και την ενίσχυσε. Κρίθηκε ότι το ήπιο δυτικόφιλο πολιτικό Ισλάμ μπορούσε να διεκπεραιώσει πολύ πιο αποτελεσματικά τον ρόλο που είχε επιφυλάξει η Δύση στην Τουρκία. Γι’ αυτό και τόσο οι Αμερικανοί όσο και οι Ευρωπαίοι υποστήριξαν ποικιλοτρόπως τον Ερντογάν στον ακήρυχτο εσωτερικό πόλεμο με το βαθύ κεμαλικό κράτος.

Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο του Σταύρου Λυγερού, ΕΔΩ...

Δεν υπάρχουν σχόλια: