25.3.15

Pax Germanica...

LΦίλε Πιτσιρίκο,
Μεγάλη κουβέντα ανοίγεις με το τελευταία κείμενό σου για τους Γερμανούς. Έχω...
κι εγώ καλούς γνωστούς –φίλους δεν θα τους έλεγα– Γερμανούς που έχουν κάποια από τα χαρακτηριστικά που περιγράφεις.

Σε αντίθεση πχ με τους Βρετανούς, έχουν πάθος για την ζωή και την μάθηση, είναι γεμάτοι με έναν αρχέγονο, ενστικτώδη δυναμισμό, με δυνατά -αλλά συχνά κρυφά από τους γύρω- συναισθήματα.

Φαίνεται πως είναι πολλοί οι Γερμανοί που έχουν τις αρετές που αναφέρεις, αλλά δεν είναι. Δέκα εκατομμύρια καλοί Γερμανοί είναι πολλοί για μας αλλά δεν αντιπροσωπεύουν παρά το 10% του γερμανικού λαού.

Και είναι αλήθεια πως, όταν ο Γερμανός είναι ουμανιστής και προοδευτικός, μας προκαλεί τον θαυμασμό γιατί έχει πάντα επίγνωση των όσων πιστεύει και παίρνει πάντα την υπευθυνότητα των λόγων και των πράξεων του.

Είναι επίσης, όμως, αλήθεια ότι την ίδια θέρμη και μεθοδικότητα στην υλοποίηση των σχεδίων του επιδεικνύει και ο Γερμανός μιλιταριστής, ρατσιστής και συντηρητικός.



Φυσικά, κάθε ανθρώπινο ον είναι διαφορετικό από τον άλλο. Κανείς μας δεν είναι μόνο Έλληνας ή μόνο Γερμανός. Ο καθένας από μας είναι πάνω από όλα άνθρωπος.

Όμως υπάρχουν και τα στερεότυπα που αφορούν λαούς ολόκληρους, τα οποία, αν και άδικα όταν εφαρμόζονται στο να χαρακτηρίσουν συγκεκριμένα πρόσωπα, μπορούν και αντανακλούν χαρακτηριστικά της κοινωνίας και τις ιστορικές-πολιτιστικές επιρροές που τα διαμόρφωσαν.

Μιλώντας για στερεότυπα, είναι σαν να μιλάς για την προϊστορία των αναμετρήσεων μεταξύ δυο ποδοσφαιρικών ομάδων λίγο πριν στοιχηματίσεις για τον αγώνα.

Αν τα τελευταία 20 χρόνια, ο άσσος είναι ο απαράβατος κανόνας πολύ δύσκολα θα ποντάρεις στο διπλό ακόμα και δεν υπάρχει κανένα λογικό επιχείρημα υπέρ του άσσου ιδίως μετά από την αντικειμενική αξιολόγηση της δυναμικότητας των δύο ομάδων.

Σέβεσαι λοιπόν αυτό που είναι γνωστό ως «παράδοση», ακόμα κι όταν δεν μπορείς να ερμηνεύσεις το γεγονός αυτό πλήρως.

Έχω δει όλα τα ντοκιμαντέρ που αναφέρονται στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και στα εγκλήματα που διαπράχτηκαν κατά την διάρκεια τους. Υπάρχουν κάποιες σκηνές που πραγματικά συγκλονίζουν.

Η πρώτη, όπου Γερμανοί στρατιώτες παρακολουθούν γελώντας μερικές χιλιάδες πεινασμένων Ρώσων αιχμαλώτων πολέμου χωμένους σε έναν τεράστιο λάκκο. Πυροβολούσαν κάποιον από αυτούς και μετά στοιχημάτιζαν αν και πότε οι υπόλοιποι θα κανιβαλίζανε το πτώμα. Στα μεγάφωνα έπαιζε δυνατά μουσική των Βάγκνερ και Μπετόβεν. Τέτοιος πολιτισμός.

Η δεύτερη αφορά τα όσα ακολούθησαν την κατάληψη του Μονάχου και του γειτονικού στρατοπέδου εξόντωσης του Νταχάου. Συγκλονισμένοι οι αξιωματικοί του Αμερικανικού στρατού μετέφεραν Γερμανούς πολίτες – άνδρες και γυναίκες – με καμιόνια και τους ανάγκασαν να θάψουν οι ίδιοι τα πτώματα των ανθρώπων που είχαν εξοντωθεί εκεί. Γνώριζαν όλοι και όλα.

Στην Νυρεμβέργη, βρέθηκαν ατόφια τα αρχεία της Γκεστάπο όπου φάνηκε ξεκάθαρα πως ο μισός πληθυσμός της πόλης ρουφιάνευε τον άλλον μισό. Οποιαδήποτε ομοιότητα με τις μετέπειτα πρακτικές της Ανατολικογερμανικής Stasi είναι προφανώς τυχαία.

Η τρίτη αφορά συνεντεύξεις που ελήφθησαν από το BBC αρκετά χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Στην κατεχόμενη από την ναζιστική Γερμανία Πολωνία, περιοχές ολόκληρες εκκενώνονταν από τους Εβραίους και Πολωνούς κατοίκους τους και οι περιουσίες των ανθρώπων αυτών δίνονταν σε Γερμανούς αποίκους.

Τους γηγενείς τους περιόριζαν σε διάφορα γκέτο, όπου επικρατούσαν απίστευτες συνθήκες πείνας.

Άνθρωποι αναγκάζονταν να δίνουν στους Γερμανούς καταστηματάρχες έξω από τα τείχη του γκέτο, κοσμήματα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα για να πάρουν – κυριολεκτικά – ένα καρβέλι ψωμί.

Ρωτούσε λοιπόν ο δημοσιογράφος Γερμανούς –που ήταν άποικοι τότε στα κατακτημένα Πολωνικά εδάφη– πως αισθάνονταν τότε και σήμερα, χρόνια μετά την λήξη του πολέμου.

Σχεδόν έλεγαν πως δεν ευθύνονταν αυτοί γιατί απλά ακολουθούσαν τις οδηγίες της κυβέρνησης τους.

Ένας όμως είπε το απίστευτο. Βοηθούσαμε μας τους ανθρώπους αυτούς με τον τρόπο μας, γιατί, αν δεν ήμασταν εμείς, δεν θα είχαν ούτε αυτό το καρβέλι ψωμί να φάνε. Στην πραγματικότητα όλοι – αν είχαν τα αρχίδια – το ίδιο θα έλεγαν. Πολύ πιθανά τα βράδια στα ζεστά σπιτικά τους να κατηγορούσαν τα θύματα για την αγνωμοσύνη που έδειξαν απέναντι τους.

Την μοναδική στιγμή στην ζωή μου που ξέσπασα σε δάκρυα με όλα όσα έβλεπαν τα μάτια μου, ήταν όταν επισκέφτηκα το Άουσβιτς. Δεν χωράει ο νους την κτηνωδία αυτών των ανθρώπων. Όχι μόνο των φυσικών αυτουργών αλλά και όλων των ηθικών αυτουργών. Όλων αυτών που χρησιμοποιούσαν χτένες φτιαγμένες από τα οστά νεκρών παιδιών. Όλων όσων γνώριζαν. Του μεγαλύτερου τμήματος του Γερμανικού λαού δηλαδή.

Κι ας πούμε επιτέλους την ωμή αλήθεια. Οι πρώην ναζί ήταν αυτοί που στελέχωσαν – με την ανοχή φυσικά των Αμερικανών και των Εγγλέζων – την μεταπολεμική γερμανική κρατική μηχανή.

Το μεταπολεμικό γερμανικό οικονομικό θαύμα οφείλεται στο γεγονός ότι χαρίστηκε στους πρώην ναζί το 80% του χρέους της χώρας τους.

Το 1990, ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για την επανένωση των δύο Γερμανικών κρατών, με αντάλλαγμα την αρχή του τέλους της Σοβιετικής αυτοκρατορίας.

Δεκαπέντε χρόνια μετά και το Βερολίνο κυριαρχεί στην Ευρώπη, έχοντας επιβάλει την θέληση του σχεδόν παντού, σχεδόν σε όλους.

Σήμερα πια η επεκτατική και ρεβανσιστική πολιτική τους γίνεται φανερή σε πάρα πολλούς όχι μόνο στους «μυημένους».

Τώρα αρχίζει να ενδιαφέρει την Γερμανία το πώς την βλέπουν οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι. Την βλέπουν λοιπόν με φόβο, την αντιμετωπίζουν ξανά ως απειλή για την ανεξαρτησία τους.

Και η πολιτική ηγεσία της Γερμανίας δεν το θέλει αυτό. Την ίδια στιγμή που η συντριπτική πλειοψηφία του Γερμανικού λαού φαίνεται να απορεί με την αγνωμοσύνη των Ευρωπαίων απέναντι στην ατμομηχανή της ηπείρου.

Όσο για την σχέση των Γερμανών με την Ελλάδα, ήταν πάντοτε μια σχέση αγάπης και θαυμασμού απέναντι στον φανταστικό και ιδεατό Έλληνα αλλά ταυτόχρονα και βαθιάς περιφρόνησης για τον πραγματικό, σάρκινο Έλληνα.

Ας μην μας διαφεύγει άλλωστε της προσοχής, η βαθιά πεποίθηση της Γερμανικής ολιγαρχίας μέσα στους αιώνες ότι ο σύγχρονος Γερμανικός πολιτισμός αποτελεί κατά έναν πολύ περίεργο τρόπο την συνέχεια του πολιτισμού των αρχαίων Ελλήνων.

Το βλέπεις από την αρχιτεκτονική και την τέχνη της Βαυαρικής σχολής του 19ου αιώνα μέχρι την αισθητική των ναζί στους ολυμπιακούς αγώνες του Βερολίνου το 1936.

Κλείνω με μια ακόμα μικρή, προσωπική ιστορία. Όταν χρόνια πολλά πριν έκανα το αγροτικό μου σε ένα χωριό κοντά στο Καρπενήσι, είχα γνωρίσει έναν ηλικιωμένο πρώην αντάρτη του ΕΛΑΣ που κυριολεκτικά απεχθανόταν μέσα από την καρδιά του τους Γερμανούς.

Όμως, η πολιτική και κοινωνική του παιδεία, δεν του επέτρεπε να εκφράζει τα αρνητικά του συναισθήματα ελεύθερα.

Το είχα καταλάβει αυτό και τον πείραζα όποτε τον έβρισκα στο καφενείο του χωριού. «Καλοί άνθρωποι οι Γερμανοί, ε μπάρμπα Κώστα;».

«Καλοί παιδί μου, πολύ καλοί!» μου απαντούσε. «Όταν κοιμούνται άγγελοι, μα σαν ξυπνήσουν λύκοι σωστοί»...
pitsirikos.net

Δεν υπάρχουν σχόλια: